ΣΣΙΕΠΕΙ ΤΗΝ ΠΟΥ ΤΑ ' ΨΗ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ.
Η ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821.
Η συμμετοχή της Κύπρου στην Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε από νωρίς:
Ο Ιωάννης Καρατζάς από την Λευκωσία, είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Φιλικής Εταιρείας, συνελήφθη και θανατώθηκε μαζί με τον Ρήγα Φεραίο.
Ο Φιλικός Αντώνιος Πελοπίδας έρχεται στην Κύπρο κομίζοντας επιστολή στον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό ( ο οποίος ήδη είχε μυηθεί από τον φιλικό Δημήτριο Ίπατρο από το Μέτσοβο), να εισπράξει τις υπέρ του αγώνα εισφορές από τους φιλικούς της Κύπρου ως βοήθημα τάχα για ανέγερση σχολείου.
Βέβαια την ανάμιξη του αυτή έμελλε να την πληρώσει πολύ ακριβά και ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, και ο Αρχιδιάκονος Μελέτιος που απαγχονίστηκαν από τους Τούρκους, ενώ οι μητροπολίτες Χρύσανθος Πάφου, Μελέτιος Κιτίου και Λαυρέντιος Κυρηνείας καρατομήθηκαν. Καρατομήθηκαν ή απαγχονίστηκαν ακόμη δεκάδες άλλοι ιερωμένοι, πρόκριτοι αλλά πλήθος άλλων πολιτών από τους Τούρκους από τις 9 Ιουλίου έως 12 Ιουλίου 1821. Ακόμη και γυναίκες συνέλαβαν ή αποπειράθηκαν να συλλάβουν οι Τούρκοι στο νησί. Μερικοί γλύτωσαν από τι σφαγές γιατί βοηθήθηκαν από τους Προξένους που ήταν στην Λάρνακα και έφυγαν από την Κύπρο πριν τους συλλάβουν.
Η αθρόα συμμετοχή των νέων της Κύπρου στον αγώνα του 1821 που υπερέβαινε τους 580 καταγράφηκε από πολλούς και είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι σε σχετικό ποίημα του μεγάλου ποιητή του νησιού μας του Βασίλη Μιχαηλίδη, όπου μας λέει μάλιστα ότι ο βασικός στόχος των εθελοντών είναι η ίδια η Κωνσταντινούπολη:
«Είπαν μου πως εφύασιν ποτζιεί
που το Καρπάσιν
Μία κοπή παίδκιοι τοπιανοί
τζιαί πως επήαν πέρα,
πέρα στους λας που πολεμούν
τζαι παν κατά την Πόλη».
Την καταγραφή αυτή βέβαια την δίνει ο Βασίλης Μιχαηλίδης θέλοντας να τονίσει και την αθρόα συμμετοχή νέων της Καρπασίας που γέμισαν τα καράβια του Κανάρη, ο οποίος σύμφωνα με μαρτυρίες προσέγγισε στη Λάπηθο στις 19 Ιουνίου 1821 και ο κυπριακός ελληνισμός τα γέμισε με προμήθειες και άνδρες φυσικά. Πρωτοστάτησε στην προσπάθεια αυτή η μονή της Παναγίας Αχεροποιήτου η οποία πλήρωσε ακριβό τίμημα γι’ αυτό. Σ’ αυτή την επίσκεψη του στην Κύπρο το Ιούνιο 1821, συναντήθηκε ο Κανάρης και με τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό στην κρύπτη του Παγκυπρίου Γυμνασίου στην Λευκωσία.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς τον Κωνσταντίνο Κυπριώτη που ήταν στο πλήρωμα του Κανάρη που έλαβε μέρος σε σωρεία ναυμαχιών και σκοτώθηκε; Τον γιο του Γεώργιο Κυπριώτη που συνέχισε την δράση του πατέρα του χάνοντας κι αυτός την ζωή του στο πεδίο των μαχών; Τον Αγγελή Κύπριο τον ηρωισμό του οποίου εξυμνούν τόσο ο Πετρόμπεης, όσο και ο Μακρυγιάννης χαρακτηρίζοντας τον ως : «τον ανδρειότερο και γεννότερον». Ολόκληρο ύμνο εγκώμιο πλέκει ο Μακρυγιάννης στον Μιχάλη τον Κύπριο, τον μόνο εθελοντή αγγελιαφόρο που κολύμπησε επί ώρες για να μεταφέρει σε αγγλικό πλοίο το μήνυμα του κινδύνου των πολιορκουμένων επαναστατών στο Νιόκαστρο. Υπό τας διαταγάς του Μακρυγιάννη ήταν και ο Χριστόδουλος Δημητρίου (Κυπραίος) που πολέμησε από την αρχή της επανάστασης.
Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ 9η ΙΟΥΛΙΟΥ 1821:
Η "9η Ιουλίου" αποτελεί το κορυφαίο ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη το οποίο δικαίως του χάρισε τον τίτλο του εθνικού ποιητή της Κύπρου. Το ποίημα γράφτηκε προς το τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα.
Το ποίημα μπορεί να διαιρεθεί στις ακόλουθες έξι ενότητες:
Στην πρώτη ενότητα ένας μετριοπαθής Τούρκος, ο Κιόρογλου, πηγαίνει κρυφά στην Αρχιεπισκοπή και ανακοινώνει στον Κυπριανό ότι η τουρκική ηγεσία του τόπου αποφάσισε την εξολόθρευση της θρησκευτικής ηγεσίας των Ρωμιών. Προτείνει στον Κυπριανό να το φυγαδεύσει στην Λάρνακα. Ο Κυπριανός αρνείται.
Η δεύτερη ενότητα διαλαμβάνει την τελευταία λειτουργία που κάνει ο Αρχιεπίσκοπος και κοινωνεί των αχράντων μυστηρίων. Ακολουθεί στο προαύλιο της Αρχιεπισκοπής η σύλληψή του από τους Τούρκους.
Στην τρίτη ενότητα ο Αρχιεπίσκοπος και οι άλλοι τρεις επίσκοποι παρουσιάζονται μπροστά στον Τούρκο διοικητή της Κύπρου, το Μουσελλίμ-αγά. Ο τελευταίος κατηγορεί τον Αρχιεπίσκοπο ότι οι Ρωμιοί ετοιμάζουν ξεσηκωμό. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνείται τις κατηγορίες. Ο Μουσελλίμ-αγά απειλεί και υπόσχεται. Ο Κυπριανός δεν κάμπτεται. Απαντά με θάρρος και περηφάνια.
Η τέταρτη ενότητα περιλαμβάνει την εξασφάλιση ψεύτικης μαρτυρίας από τους Τούρκους. Ο Μουσελλίμ-αγά προστάζει και φέρνουν ενώπιον του ένα φτωχό βοσκό από τη Μαλούντα, ονόματι Δημήτρη, τον οποίο με απειλές και υποσχέσεις εξαναγκάζει να μαρτυρήσει ψευδώς ότι οι `Ελληνες της Κύπρου ετοιμάζουν ξεσηκωμό.
Στην πέμπτη ενότητα οι τέσσερις επίσκοποι βρίσκονται στη φυλακή όπου προσεύχονται για τη ρωμιοσύνη. Εκεί δέχονται την επίσκεψη του γιου του Κιόρογλου ο οποίος προσπαθεί να πείσει τον Αρχιεπίσκοπο να φύγει για να σώσει τη ζωή του. Ο Κυπριανός και πάλι αρνείται. Τους επισκέπτεται και ένας Τούρκος αξιωματούχος ο οποίος υπόσχεται να τους σώσει εάν ομολογήσουν ενοχή. Τον διώχνουν με αποστροφή.
Η έκτη και τελευταία ενότητα διαλαμβάνει τη σκηνή της εκτέλεσής τους. Για τελευταία φορά ο Μουσελλίμ-αγά φοβερίζει και συνάμα δίδει υποσχέσεις. Παίρνει την πρέπουσα απάντηση "το γαίμαν που χ' ονώννετε που μας τους δεσποτάες, εν λά(δ)ιν εις την λαμπρατζιάν π' αφταίνει να σας κάψει". Ακολουθεί ο απαγχονισμός του Κυπριανού και ο αποκεφαλισμός των άλλων τριών δεσποτάδων. Τέλος αποκεφάλισαν και το ψευδομάρτυρα βοσκό, Δημήτρη.
«- Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την-ι-ξηλείψη,
κανένας, γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!
Σφάξε μας ούλους τζι’ ας γενή το γαίμαν μας αυλάτζιν,
κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν τζιαι τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ξέρε πως ίλαντρον όντας κοπή καβάτζιν
τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ‘νιν αντάν να τρώ’ την γην τρώει την γην θαρκέται,
μα πάντα τζιείνον τρώεται τζιαι τζιείνον καταλυέται.
Είσαι πολλά πικραντερός, όμως αν θεν να σφάξης,
σφάξε τους λας που πολεμούν αλλού αρματωμένοι.
Εμάς με σιέρκα όφκαιρα γιατί να μας πειράξης,
πούμαστον δίχως άρματα, τζι’ είμαστον νεπαμένοι;»