ΚΥΠΡΟΣ - ΟΜΟΡΦΟΙ ΧΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΝΔΥΜΑΣΙΕΣ
Η χαρακτηριστικότερη απόδειξη της Ελληνικότητας της Κύπρου (...αν γι’ αυτό χρειάζεται απόδειξη) είναι η μακρά συνέχεια ηθών και εθίμων, αρκετά από τα οποία έχουν τις ρίζες τους στα βάθη της Ιστορίας και επιζούν ώς σήμερα... Παραδειγματική άλλωστε εκδήλωση της ενότητας της Φυλής μας είναι ασφαλώς οι Εθνικοί Χοροί.
Το κυριότερο ίσως χαρακτηριστικό των κυπριακών χορών είναι ότι οι άντρες χορεύουν χωριστά από τις γυναίκες. Δεν υπάρχουν καθόλου μικτοί χοροί έχοντας ίσως μια μοναδικότητα ανά το παγκόσμιο. Αυτό συνέβαινε λόγω των αυστηρών ηθών, που επικρατούσαν.
Οι πιο βασικοί και χαρακτηριστικοί χοροί της Κύπρου είναι οι αντικριστοί ή καρ(τ)σιλαμά(δ)ες :
Οι ανδρικοι και γυναικείοι αντικριστοί χοροί είναι απο τους πιο παλιούς και είναι σαν χορόδραμα που προέρχονται από τον εξής μυθο-παραμύθι :
Κάποτε, στα παλιά χρόνια, ζούσε μια όμορφη βασιλοπούλα της Κύπρου, η οποία μόλις έφθασε σε ηλικία γάμου, προκειμένου να διαλέξει τον καλύτερο νέο για σύζυγο της, έβαλε ντελάληλες να διαλαλήσουν ότι προκηρύσσει διαγωνισμό χορού.
Την ορισμένη μέρα έγινε η συγκέντρωση μπροστά στη βασιλοπούλα, αλλά και σε πολλούς θεατές. Οι νέοι που μαζεύτηκαν άρχισαν να χορεύουν ανά δύο, ο ένας απέναντι στον άλλον (καρτζίν=αντικριστά), απ' όπου προήλθε και η λέξη αντικριστοί χοροί ή καρσιλαμάδες.
Μ' αυτόν τον τρόπον εδειχναν την παλληκαριά τους. Στη συνέχεια, οι μνηστήρες τραγουδούν υπό τύπο στιχομυθίας δίστιχα τραγούδια, τα γνωστά μας τσιαττίσματα καθώς και τους γνωστούς μας αμανεδες. Μ' αυτά εξυμνούν τον έρωτα, την παλικαριά, την ομορφιά αλλά και τα βάσανα, που φέρνει η αγάπη. Μ αυτόν τον τρόπον έδειχναν το πνεύμα τους.
Η βασιλοπούλα, αφού είδε κι άκουσε όλα τα παλικάρια και τους υποψήφιους συζύγους, διάλεξε εκείνον που, κατά τη γνώμη της, είχε τα περισσότερα χαρίσματα.
Στη συνέχεια κάλεσε τις νεράιδες και τους είπε να της ετοιμάσουν τα προικιά της. Κι έτσι εξηγείται η προέλευση των γυναικείων αντικριστών χορών (οι οποιοι αναπαραστούν την πιο πάνω εργασίαν).
Αποσπάσματα απο μελέτη της Λυγίας Κωνσταντινίδου, της πρώτης Κυπρίας Ιεροψάλτιδος.
(Πηγή: http://www.vocalmusic.gr/afier_Jan05.htm ).
Ατομικοί (ανδρικοί) χοροί δεξιοτεχνίας με κάποιο εξάρτημα ή όργανο
κάποιας εργασίας, όπως δρεπάνι, τατσιά, μαχαίρι:
Τατσιά ή Σίτα
Ο χορευτής στροβιλίζει την τατσιά, μέσα στην οποία έχει τοποθετήσει ένα ποτήρι (σε σπάνιες περιπτώσεις δύο) μισογεμάτο με νερό ή κρασί, από το οποίο δεν πρέπει να χυθεί ούτε στάλα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια στα συγκροτήματα τοποθετούνται όλο και περισσότερα ποτήρια για σκοπούς επίδειξης και ο χορός απομακρύνεται από τις παραδοσιακές του κατταβολές.
Μασιέρι (Μαχαίρι) ή Τσιακκί
Ο χορευτής κινείται ρυθμικά, γύρω από τον συγχορευτή του, κρατώντας το τσιακκίν (σουγιά) και στη συνέχεια το μπήγει στη γη χορεύοντας πάνω και γύρω απ αυτό. Με την βοήθεια του συντρόφου του λυγίζει προς τα πίσω για να πιάσει το τσιακκίν με τα δόντια του και να σηκωθεί συνεχίζοντας τον χορό. Τέλος κινεί με μεγάλη δεξιοτεχνία και σβελτάδα το τσιακκί γύρω και πάνω από το κεφάλι του συντρόφου του.
Καντήλα (Ποτήρι)
Ο χορευτής αφού τοποθετήσει ένα μαντήλι πάνω σ' ένα μισογεμάτο ποτήρι με νερό, το αναποδογυρίζει τοποθετώντας το πάνω στο κεφάλι του και χορεύει προσπαθώντας να κρατά σε ισορροπία το ποτήρι.
(Πηγή: http://eknadance.cyprusnet.gr/index.php?section=689 )
ΕΝΔΥΜΑΣΙΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ:
Πηγή : Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας.
![]() ανδρική ενδυμασία.jpg | ![]() Γιλεκο.jpg | ![]() αστικό γιλέκο.jpg |
---|---|---|
![]() τταλαπουλούζιν.jpg | ![]() ποδίνες.jpg | ![]() Γυναικεία στολή.JPG |
![]() Βαμβακερή σαγιά.jpg | ![]() αστική σάρκα.jpg | ![]() γυναικεία .jpg |
![]() Ορεινής Πιτσιλλιάς.jpg | ![]() Φορεσιά Καρπασιας.jpg | ![]() Εορταστική.jpg |
![]() Γαμπριάτικη.jpg |
Στο τέλος του κειμένου μας παραθέτουμε καποιες ευστοχες παρατηρήσεις - διορθώσεις που μας έκανε ο κ. Ι. Κωνστανίνου, τον οποίο ευχαριστούμε πολύ!
ΑΝΔΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ:
Ο παλαιότερος μορφολογικός τύπος της ανδρικής κυπριακής ενδυμασίας ξεχωρίζει για την κολλαριστή βράκα, ένδυμα εντυπωσιακό. Η φαρδιά πολύπτυχη βράκα είναι φτιαγμένη από λεπτό βαμβακερό ύφασμα, βαμμένο μαύρο και κολλαριστό.
Η βράκα φοριόταν και σε αρκετά άλλα ελληνικά νησιά.
Το πανωκόρμι, γιλέκο χωρίς μανίκια ή ζιμπούνι με μανίκια, ήταν εφαρμοστό, μερικές φορές ίσιο και άλλες σταυρωτό με κουμπιά. Στη πλάτη υπάρχει κατακόρυφο άνοιγμα που κλείνει με κορδόνι ή κορδέλα για να δίνει ευχέρεια στις κινήσεις.
Η «ζώστρα» το ζωνάρι συμπλήρωνε τη φορεσιά. Ήταν συνήθως καμωμένη από μαύρο μάλλινο δίμιτο υφαντό. Οι νέοι φορούσαν «ζώστρα» από κόκκινο υφαντό και στις γιορτές πολύχρωμη μεταξωτή ζώστρα το « ταλαπουλούζι».
Το τταλαπουλούζιν: Το εορταστικό ζωνάρι της κυπριακής παραδοσιακής ανδρικής ενδυμασίας: οι άνδρες τύλιγαν γύρω από το σώμα τους ένα μακρύ και στενό βαμβακερό και μάλλινο ύφασμα, που είχε μήκος συνήθως μέχρι τέσσερα μέτρα, και το χρησιμοποιούσαν για να κρατά τις βράκες. Το ζωνάρι αυτό είναι γνωστό στην Κύπρο ως ζώστρα και ήταν συνήθως μαύρο για τους γηρεότερους και κόκκινο για τους πιο νεαρούς. Τις δύο του άκρες είχε κρόσια που στην Κύπρο είναι γνωστά ως κλόσσι.
Στο κεφάλι μπορούσαν να φορέσουν φέσι και κάποτε, ιδιαίτερα στην καθημερινή στολή, προσθέτανε ένα μαντήλι δεμένο στο πλάι.
Ποδίνες: Οι βοσκοί και πολλοί γεωργοί φορούσαν τσαγγαροποδίνες. Οι τσαγκαροποδίνες από κάτω είχαν σιδερένια καρφιά που ονομάζονταν «ρίζες». Άλλοι φορούσαν σκάρπες, παπούτσια χοντρά και κοφτά χωρίς δέματα (κορδόνια) και τα οποία ήταν χαμηλά παπούτσια που έφταναν μέχρι τον αστράγαλο. Οι πιο πλούσιοι και επίσημοι φορούσαν τις εισαγόμενες φράγκικες ποδίνες (φραγκοποδίνες) που ήταν από δέρμα και μπογιατίζονταν.









ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ:
Η σαγιά που φοριόταν ως τον 19ο αιώνα στις περισσότερες αστικές και αγροτικές περιοχές της Κύπρου. Διατηρήθηκε με τοπικές παραλλαγές στις απομακρυσμένες περιοχές Καρπασιού και Πάφου μέχρις και τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας. Φοριόταν με μακρύ πουκάμισο και «βρακού » υφαντή για τις καθημερινές, ή μεταξωτή για τις γιορτές.
Μέσα από την σαγιά φοριόταν το πουκάμισο το οποίο ήταν μακρύ μέχρι κάτω στα πόδια. Το πουκάμισο το έλεγαν και «σάρκα» επειδή φοριόταν πάνω από το δέρμα.
Το «φουστάνι», μονοκόμματο φόρεμα με μέση και πιέτες, το οποίο επικράτησε ως τα μέσα του 20ου αιώνα. Με το φόρεμα χρησιμοποιούσαν κεντημένη ποδιά για τις γιορτές και απλή για τις καθημερινές. Στην Πάφο χρησιμοποιήθηκε το φουστάνι παράλληλα με τη σαγιά ως πιο ευκολοφόρετο.
Το μαντήλι της μέσης («κόξας») , μάλλινο χρωματιστό με κλώσια στις άκριες. Χρησιμοποιούσαν και μαντήλι κόκκινο με ππούλια στη μια γωνιά.
Τα μαλλιά τους οι κοπέλες συνήθως τα χώριζαν στη μέση και τα έμπλεκαν σε δύο μακριές πλεξούδες, τα «βρουλιά». Όταν έκαναν μια πλεξούδα την ονόμαζαν «βρούλλον».
Οι Παρατηρήσεις του αγαπητού κυρίουΚωνσταντίνου Ιωάννου:
Σχετικά με αυτά που γράφετε για τις κυπριακές ενδυμασίες, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι η «σάρκα» δεν ήταν το πουκάμισο αλλά η ζακέτα η οποία φοριόταν με τη φούστα στις αστικές ενδυμασίες της Κύπρου γνωστές ως «φορεσιές τύπου Αμαλίας» . Επίσης «βρακού» ονομάζεται χαϊδευτικά η ανδρική βράκα ενώ αυτά που φορούν οι γυναίκες ονομάζονται βρατζιά (βρακιά) και το πιό κάτω μέρος που είναι κεντημένο, ποβράτζια. Το μαντήλι της μέσης ή «κόξας» Το μαντήλι της κόξας που έδενε στη μέση πάνω από τη σαγιά ήταν κεντημένο σταυροβελονιά και φτιαγμένο από βαμβακερό ύφασμα. Αργότερα τη θέση τους πήραν τα σταμπωτά μαντήλια. Δεν έχει καμία σχέση με αυτό που περιγράφετε. 'Το τταλαπουλούζιν ήταν η εορταστική ζώστρα (ζωνάρι) από μεταξωτό ύφασμα και δεν παραγόταν στην Κύπρο, αλλά εισαγόταν από την Τρίπολη του Λιβάνου που τότε ανήκε στην Συρία.