top of page

Αρχαιολογικοί χώροι:

(Πηγή: Τμήμα αρχαιοτήτων)

 

Ταμασσός (Επαρχία Λευκωσίας):

Η αρχαία πόλη-βασίλειο της Ταμασσού βρίσκεται 21 περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λευκωσίας, στις όχθες του ποταμού Πεδιαίου. Το μεγαλύτερό της μέρος βρίσκεται κάτω από τα σύγχρονα χωριά Πολιτικό, Πέρα και Επισκοπιό. Δεν γνωρίζουμε πότε και από ποιον ιδρύθηκε η πόλη. Φαίνεται ότι η ύπαρξή της χρονολογείται από τον 8ο αι. π.Χ., σε μια περιοχή που κατοικείτο ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Μέχρι το πρώτο μισό του 7ου αι. π.Χ. εξελίχθηκε σε μια σημαντική πόλη-βασίλειο. Γνώρισε ιδιαίτερη ακμή λόγω της εκμετάλλευσης των πλούσιων κοιτασμάτων χαλκού της επικράτειάς της.Κατά το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ. ο βασιλιάς της Ταμασσού Πασίκυπρος, πούλησε την πόλη στο βασιλιά του Κιτίου Πουμιάθωνα, έτσι η πόλη περιήλθε στην κατοχή των Φοινίκων. Σύντομα όμως η Ταμασσός μαζί με τα μεταλλεία της παραχωρήθηκε στη Σαλαμίνα, μέχρι την τελική κατάργηση των βασιλείων από τους Πτολεμαίους στα 312-311 π.Χ. Τότε, τα μεταλλεία της Ταμασσού πέρασαν στα χέρια του στρατηγού κυβερνήτη της Κύπρου, ενώ με την ένταξη του νησιού στο ρωμαϊκό κράτος η κυριότητα των μεταλλείων πέρασε στο ρωμαίο ανθύπατο. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι κατά το πρώτο μισό του 1ου αι. μ.Χ. η Ταμασσός έγινε μια από τις πρώτες χριστιανικές επισκοπικές έδρες της Κύπρου, γενικά δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο.

 

 

Κίτιον (Επαρχία Λάρνακας):

 

Ο αρχαιολογικός χώρος του Κιτίου, που περιλαμβάνει τις δύο τοποθεσίες Καθαρή και Παμπούλα, βρίσκεται μέσα στη σύγχρονη πόλη της Λάρνακας. Από το 18ο μέχρι και τον 20ο αιώνα ήλθαν στο φως, από ανασκαφές ξένων περιηγητών και τυμβωρύχων, διάφορα ευρήματα όπως είναι η περίφημη Ασσυριακή στήλη του βασιλιά Σαργών Β, η οποία βρίσκεται σήμερα στο Βερολίνο. Γύψινο αντίγραφό της στήλης εκτίθεται στο Μουσείο της Λάρνακας. Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές άρχισαν το 1929 από τη Σουηδική Αρχαιολογική Αποστολή, υπό τη διεύθυνση του Einar Gjestard. Από το 1959, το Τμήμα Αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση του Βάσου Καραγιώργη, άρχισε τις ανασκαφές στην περιοχή Καθαρή, ενώ την ευθύνη των ανασκαφών στην περιοχή της Παμπούλας ανέλαβε, μετά τα γεγονότα του 1974, η γαλλική Αποστολή του Πανεπιστημίου της Λυών, που μέχρι τότε έκανε ανασκαφές στη Σαλαμίνα. 

 

Χοιροκοιτία (Επαρχία Λάρνακας):

 

Ο οικισμός είναι κτισμένος στην απότομη πλαγιά ενός λόφου που βρίσκεται στη δυτική όχθη του ποταμού Μαρωνίου, σε απόσταση 6 χλμ. από τη θάλασσα. Αποτελεί ένα από τα εντυπωσιακότερα δείγματα πρώιμης μόνιμης εγκατάστασης πληθυσμών στο νησί. Στα δυτικά, όπου ο οικισμός δεν είναι φυσικά οχυρωμένος, ανεγέρθηκε ένας πλατύς τοίχος περίφραξης. Το κτίσιμό του προϋποθέτει συλλογική προσπάθεια, γεγονός που υπονοεί σύνθετη κοινωνική οργάνωση. Οι κάτοικοι της Χοιροκοιτίας ζούσαν σε κυκλικά κτίσματα από τα οποία σώζεται το κάτω μέρος των τοίχων που ήταν λίθινο. Το πάνω μέρος ήταν φτιαγμένο από πηλό, άχυρο, πλίνθους και πέτρες. Οι στέγες ήταν επίπεδες και φτιαγμένες από ξύλα, κλαδιά, άχυρο και χώμα. Όπως προέκυψε από τις ανασκαφές, κατοικία ορίζεται ως η συγκέντρωση πολλών τέτοιων κυκλικών κτισμάτων γύρω από μια μικρή αυλή όπου βρίσκεται ένας μύλος για το άλεσμα των σπόρων.

 

Τάφοι των Βασιλέων (Επαρχία Πάφου):

 

Η νεκρόπολη της Νέας Πάφου βρίσκεται στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της πόλης, ακριβώς έξω από τις οχυρώσεις. Το βόρειο τμήμα αυτής της τεράστιας νεκρόπολης είναι γνωστό ως οι «Τάφοι των Βασιλέων» και καλύπτει μια έκταση 1.2 τ.χλμ. περίπου. Το όνομά τους οφείλεται στη μεγαλοπρέπεια των ταφικών μνημείων και την αρχαιοπρέπεια που εκπνέει ο δωρικός ρυθμός που εμφανίζεται σε μερικά από αυτά. Οι Τάφοι των Βασιλέων φαίνεται ότι αποτελούσαν χώρο ταφής των μελών της πολιτικής και διοικητικής ελίτ της πρωτεύουσας της Κύπρου υπό το κράτος των Πτολεμαίων. 

Το νεκροταφείο ήταν σε χρήση από την ελληνιστική μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή (2ος π.Χ. αι.-2ος αι. μ.Χ.). Οι τάφοι χρησιμοποιήθηκαν και από τους πρώτους χριστιανούς, ενώ μερικοί από αυτούς, αφού τροποποιήθηκαν κατάλληλα, χρησιμοποιήθηκαν και κατά το Μεσαίωνα από τρωγλοδύτες. Παράλληλα ο χώρος αποτελούσε ένα διαχρονικό λατομείο.

Οι Τάφοι των Βασιλέων συλήθηκαν τουλάχιστον από το 19ο αιώνα. Ανασκαφές άρχισαν κατά την περίοδο 1915-16, συνεχίστηκαν με διακοπές από το 1937 μέχρι το 1951, ενώ από το 1977 άρχισε η συστηματική ανασκαφική έρευνα της νεκροπόλεως, μέχρι το 1990. (τμήμα αρχαιοτήτων)

 

Αμαθούντα (Επαρχία Λεμεσού):

 

Η αρχαία πόλη της Αμαθούντας βρίσκεται στα νότια παράλια της Κύπρου, 7 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά της σημερινής πόλης της Λεμεσού. Στην ευρύτερη περιοχή της Αμαθούντας έχουν εντοπιστεί ίχνη ανθρώπινης παρουσίας ήδη από τα Νεολιθικά χρόνια. Για την ίδια την πόλη της Αμαθούντας δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς ιδρύθηκε.

Οι πρώτες ανακαλύψεις στην Αμαθούντα έγιναν ήδη από την εποχή της Φραγκοκρατίας και αφορούν τα μεγάλα λίθινα αγγεία που βρίσκονταν στην ακρόπολη. Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν κατά το 1893-1894 υπό τη διεύθυνση βρετανών αρχαιολόγων, ενώ στα 1930 η Σουηδική Αποστολή ανέσκαψε με τη σειρά της αρκετούς αρχαίους τάφους. Μετά το 1960 και την ανεξαρτησία της Κύπρου, έγιναν αρκετές σωστικές και συστηματικές ανασκαφές από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ενώ από το 1975 η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών ανέλαβε συστηματικές ανασκαφές στην ακρόπολη και σε άλλα σημεία της Αμαθούντας.

Σημαντικά μνημεια της Αμαθούντας:

Το Ιερό της Αφροδίτης στην Ακρόπολη: στην είσοδο του Ιερού δέσποζαν δύο μεγάλα μονολιθικά πιθάρια που χρονολογούνται στον 7ο αι. π.Χ. Το ένα σώζεται σήμερα σε θραύσματα επί τόπου, ενώ το άλλο μεταφέρθηκε ήδη από το 1865 στο Μουσείο του Λούβρου. Την περίοδο αυτή η Αφροδίτη που λατρευόταν στο Ιερό αποκτά πολλά κοινά σημεία με την αιγύπτια θεά Αθώρ, όπως μαρτυρούν και οι απεικονίσεις της σε αγγεία και σε λίθινες στήλες που βρέθηκαν στην ακρόπολη της Αμαθούντας.

Η Ρωμαϊκή Αγορά και τα Λουτρά: η ρωμαϊκή αγορά καταλαμβάνει την περιοχή της κάτω πόλης που βρίσκεται ανατολικά του λόφου της ακρόπολης. Ο χώρος στα νότια της αγοράς καταλαμβάνεται από ένα δημόσιο λουτρό (βαλανείον), που αποτελείται από έναν κλειστό κυκλικό χώρο και από προσκτίσματα. Το λουτρό, μαζί με ένα τμήμα της δυτικής στοάς της αγοράς, χρονολογούνται στους ελληνιστικούς χρόνους και αποτελούν τα αρχαιότερα κτίσματα του χώρου.    

Το Λιμάνι: μπροστά από την αγορά, προς νότον, υπήρχε το εξωτερικό λιμάνι της πόλης, τα ερείπια του οποίου διακρίνονται σήμερα κάτω από τη θάλασσα. Κτίστηκε στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. από το Δημήτριο τον Πολιορκητή για την άμυνα της πόλης, σε μια περίοδο διαμάχης με τους Πτολεμαίους λόγω της διεκδίκησης της εξουσίας στην Κύπρο. Η διάρκεια ζωής του λιμανιού ήταν σύντομη μιας και προσχώθηκε γρήγορα από την άμμο. Όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα, μεταξύ της εισόδου του αρχαιολογικού χώρου προς την αγορά και του σημερινού δρόμου, υπήρχε ένα εσωτερικό λιμάνι όπου ρυμουλκούνταν τα πλοία για να προφυλάσσονται από τους ισχυρούς ανέμους.
Τα Τείχη: ήδη από την αρχαϊκή εποχή, η πόλη ήταν τειχισμένη από όλες της τις πλευρές. Τα τείχη ενισχύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή, οπότε κατασκευάστηκε το λιμάνι. Σήμερα σώζεται πλάι στη θάλασσα η νοτιοδυτική γωνιά του παραθαλάσσιου τείχους με το δυτικό πύργο, και μεγάλο μέρος του βόρειου τείχους με πύργους. Το τελευταίο ένωνε τους πρόποδες της ακρόπολης με το ψηλότερο σημείο της κάτω πόλης. Στο βόρειο τείχος σώζεται και η κεντρική πύλη από την οποία έμπαιναν στην πόλη όσοι έρχονταν από την ενδοχώρα. Μετά τις φθορές του χρόνου και την κατάρρευση του παραθαλάσσιου τείχους που επέφερε ο σεισμός του 365μ.Χ., κτίστηκε νέο τείχος στο πάνω μέρος της ακρόπολης επί Ιουστινιανού, ενώ τον 7ο αιώνα τα τείχη ενισχύθηκαν σε μερικά σημεία, εν όψη των επιδρομών των Αράβων.

Οι Νεκροπόλεις: ανατολικά και δυτικά της πόλης της Αμαθούντας υπάρχουν δύο εκτενέστατες και σημαντικές νεκροπόλεις με λαξευτούς τάφους, που χρονολογούνται από τη γεωμετρική μέχρι την παλαιοχριστιανική περίοδο. Μέρος του υλικού που βρέθηκε στις νεκροπόλεις αυτές εκτίθεται στο Επαρχιακό Μουσείο Λεμεσού.

Οι Βασιλικές: στην Αμαθούντα υπάρχουν 5 βασιλικές. (τμήμα αρχαιοτήτων).

ΤΟ ΠΙΘΑΡΙ ΣΤΗΝ ΑΜΑΘΟΥΝΤΑ.

Στην κορυφή της ακρόπολης της Αμαθούντας, στην είσοδο του Ιερού της Αφροδίτης, για πολλά χρόνια οι επισκέπτες μπορούσαν να διακρίνουν από μακριά ένα τεράστιο μονολιθικό πιθάρι του 7ου αιώνα π.Χ., μισοβυθισμένο στη γη. Στον ίδιο χώρο βρισκόταν σπασμένο και δεύτερο όμοιο πιθάρι.Τον Μάρτη 1862 ο Γάλλος EdmondDuthoit και η συνοδεία του επισκέφθηκαν την περιοχή. 

Το φθινόπωρο του 1865, αφού ο Duthoit εξασφάλισε άδεια από τις οθωμανικές αρχές της Κύπρου και γαλλική κυβερνητική φρεγάτα για μεταφορά του πιθαριού, προχώρησε στο έργο του· χρειάστηκαν δεκαέξι μέρες για να μετακινηθεί το βαρύ πιθάρι από τη θέση που βρισκόταν έως το πλοίο.

Το κολοσσιαίο πιθάρι σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ... ΣΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ ΨΗΦΙΔΩΤΟ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΘΛΟΥΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ...

Ψηφιδωτό τεράστιας αρχαιολογικής αξίας για την Κύπρο, αλλά και την παγκόσμια κληρονομιά, ανακαλύφθηκε στη Λάρνακα.
Το ψηφιδωτό βρίσκεται επί της οδού Κυριάκου Μάτση και σύμφωνα με αποκλειστικές δηλώσεις του Εφορου Αρχαιοτήτων, Γιώργου Φιλοθέου, πρόκειται για έργο από την περίοδο της Ρωμαϊκής Εποχής με παραστάσεις, πιθανόν, από τους Άθλους του Ηρακλή.
(Πηγή:Εδώ!).

bottom of page