top of page

3 Μαρτίου 1957.


Στην Κύπρο μαίνεται ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας εναντίον των βρετανών με στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. 
Ο εικοσιεννιάχρονος υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου μετά από προδοσία,περικυκλώνεται μέσα στο κρησφύγετο του, από βρετανούς στρατιώτες. Διατάζει τους συντρόφους του να παραδοθούν και συνεχίζει να πολεμάει μόνος του μέχρι που οι αντίπαλοί του με τη βοήθεια ελικοπτέρου τον καίνε ζωντανό. 

Το γεγονός αυτό συγκλόνισε τον μεγάλο ποιητή Γιάννη Ρίτσο ο οποίος έγραψε ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα του με τίτλο «Αποχαιρετισμός».

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ:

 

Α Π Ο Χ Α Ι  Ρ Ε Τ Ι Σ  Μ Ο Σ
( Ο Γρηγόρης ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ  

αποκλεισμένος στη σπηλιά της Μονής Μαχαιρά ).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



Τέλειωσαν πια τα ψέματα – δικά μας και ξένα
Η φωτιά η παντάνασσα πλησιάζει. Δεν μπορείς πια
Να ξεχωρίσεις αν καίγεται σκοίνος ή φτέρη ή θυμάρι. Η φωτιά πλησιάζει.
Κι  όμως πρέπει να προφτάσω να ξεχωρίσω,
Να δω, να υπολογίσω, να σκεφτώ – ( για ποιόν; Για μένα;
Για τους άλλους; ) Πρέπει.


Μου χρειάζεται πριν απ’ το θάνατό μου μια ύστατη γνώση, η γνώση του θανάτου μου, για να μπορέσω να πεθάνω.
Οι  άλλοι τέσσερις έφυγαν. Στο καλό. Τι ησυχία – σα νάναι εδώ να γεννηθεί ένα παιδί  ή να πεθάνει ένας μάρτυρας, και περιμένεις ν’ ακουστεί μια πελώρια  κραυγή ( του παιδιού ή του Θεού ), μια κραυγή πιο τρανή απ’ τη σιωπή
Που θα ρίξει τα τείχη του πριν, του μετά και του τώρα, να μπορέσεις να θυμηθείς, να μαντέψεις, να ζήσεις μαζί, μες σε μια άχρονη στιγμή, τα πάντα.

 

Όμως τίποτα. Μαρμαρωμένη ησυχία, – μ’ όλο που  ακούγονται
Οι ντουφεκιές κ’ οι φωνές – πόσο ξένα, δεν ακούγονται, χαράζονται
Στεγνά σα σύρματα κομμένα ή σα νερά που κρυστάλλωσαν πριν πέσουν
Και μένουν σ’ έναν ξένο χώρο, σταματημένα κ’ αιχμηρά.
Τι ησυχία, - Μ’ όλο που ακούγεται η έλευση της φωτιάς.

Δεν είναι ώρα πια για πίσω.

-Πίσω  και πλάι και πάνω, το φράγμα της πέτρας,

μπροστά ένας μικρός ή ο ατελείωτος θάνατος, στη μέση
( στη μέση ; ) εγώ.

– Τι είναι ένας άνθρωπος κλεισμένος στη φωτιά και στην πέτρα, που η μόνη του διέξοδος :
Ένας τμηματικός θάνατος ; Πρέπει να τον γνωρίσω. Δεν προφταίνω.

 

........................................................................................................................................................

– το σώμα και το αίμα του Γρηγόρη Αυξεντίου

ενός φτωχόπαιδου, 29 χρονώ, απ’ το χωριό Λύση, οδηγού ταξί το επάγγελμα,
πούμαθε στη Μεγάλη Σχολή του Αγώνα τόσα μόνο γράμματα όσα να φτιάχνουν τη λέξη 

” Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α “
και που σήμερα, 2 του Μάρτη 1957, κάηκε ζωντανός στη σπηλιά της Μονής Μαχαιρά και σήμερα ακριβώς, 2 του Μάρτη, μέρα Σάββατο –

μην το ξεχάστε, σύντροφοι

- Στις 2 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, και 3 πρώτα λεπτά, 

γεννήθηκε ο μικρός Γρηγόρης ανάμεσα στα ματωμένα γόνατα της πλάσης.
 

........................................................................................................................................................................

Έτσι βρέθηκα σε τούτη τη σπηλιά που το στόμιό της βλέπει ολόισα τον ήλιο. Το στρογγυλό της στόμιο είναι ο ίδιος ο ήλιος που θα τον νιώσω πάλι δροσερό, καθώς θα με περνάνε,

( όπως κείνη τη νύχτα το φεγγάρι ) – θα τον νιώσω δροσερό κωνσταντινάτο να μου δροσίζει το καμένο στήθος, κ’ έτσι λίγο – λίγο να ζεσταίνεται ο ήλιος και ν’ αχνίζει στον κόρφο μας.
Γεια σας.
( Όλες οι καμπάνες της Γης σήμαναν μεμιάς.

Όλα τα ανθρώπινα μέτωπα ψηλά.

Όλες οι καρδιές μεσίστιες.

Στο χωριό Λύση, ανάμεσα Λευκωσία κι Αμμόχωστος,

η μάνα του έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτου απ’ το δυνατό σαγόνι της

κ’ είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της :

” Είμαι πέρφανη. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου “.

Ο πατέρας του πάλι, σαν πήγε στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λευκωσίας,

αναγνώρισε το καμένο παιδί του απ΄ τις χοντρές ελληνικές κοκάλες του

κι από κείνο το χρυσό κωνσταντινάτο

που άχνιζε στον κόρφο του και στον κόρφο του κόσμου. )

 

 

«Νησί πικρό, νησί γλυκό, νησί τυραγνισμένο 
κάνω τον πόνο σου να πω και προσκυνώ και μένω. 
Εσύ της θάλασσας ρυθμός, ολάνθιστο κλωνάρι, 
πώς σου μαδήσαν τ΄ άνθια σου διπλοί, τριπλοί βαρβάροι. 
Τι θλιβερά που σεργιανάν τριγύρω σου τα ψάρια 
κι αντίχριστοι να παίζουνε την τύχη σου στα ζάρια. 
Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα 
Ύμνος και Θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα». 

 

Γιάννης Ρίτσος

Γιάννης Ρίτσος - `Υμνος και Θρήνος για την Κύπρο (ποίημα)

 

Το ποίημα αυτό ανήκει στην ποιητική συλλογή του Γιάννη Ρίτσου με τον τίτλο «`Υμνος και θρήνος για την Κύπρο», η οποία γράφτηκε και κυκλοφόρησε στα 1974. Ο ποιητής είναι σαφώς επηρεασμένος από την πρόσφατη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974. Τα τουρκικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν τότε στο νησί και κατέλαβαν το βόρειο τμήμα του, αναγκάζοντας τον ντόπιο πληθυσμό να εγκαταλείψει τα σπίτια του και να καταφύγει στο νότιο τμήμα του νησιού. Η τουρκική κατοχή του νησιού συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Πρόκειται για ένα λυρικό ποίημα με πατριωτικό περιεχόμενο, όπου ο ποιητής αποφεύγει τις αναφορές στην ιστορία. Το ποίημα έχει εγκωμιαστικό και ελεγειακό χαρακτήρα, καθώς είναι ταυτόχρονα ένας ύμνος και ένας θρήνος για την Κύπρο. Η γλώσσα του είναι απλή και πλησιάζει αρκετά το λαϊκό ιδίωμα.

Στο ποίημα αυτό ο ποιητής, επηρεασμένος από τα πρόσφατα γεγονότα της τουρκικής εισβολής, θρηνεί για τα βάσανα της Κύπρου, αλλά συγχρόνως υμνεί το νησί για τις τόσες φυσικές ομορφιές του. Η Κύπρος είναι ένα νησί τυραννισμένο από τις πολλές συμφορές που το βρήκαν κατά καιρούς. Ωστόσο, ο ποιητής νιώθει την ανάγκη να προσκυνήσει τα ιερά χώματα του, εκφράζοντας έτσι το σεβασμό του προς αυτό. Η Κύπρος, που είναι γεμάτη φυσικές ομορφιές και πλούσια κάλλη, πολλές φορές σκλαβώθηκε από ξένους κατακτητές και έπαθε μεγάλες καταστροφές. Οι αντίχριστοι είναι αυτοί που αποφασίζουν τώρα για την τύχη του νησιού, καθώς έγινε πιόνι στα χέρια τους.

Μολονότι όμως η Κύπρος βρίσκεται σε θλιβερή κατάσταση, το μήνυμα που θέλει να μας δώσει ο ποιητής για την τύχη του νησιού είναι ελπιδοφόρο και αισιόδοξο. Ζητάει από το νησί να κάνει κουράγιο, γιατί σίγουρα στο μέλλον τα πράγματα θα πάνε καλύτερα γι’ αυτό και θ’ ακουστεί επιτέλους η «καμπάνα της ανάστασης». Πηγή: Οδύσσεια, Κύπρος.

Το ηρωικό τέλος του Γρηγόρη.

bottom of page